
Κωνσταντίνος Δημ. Γραβιάς
Πτυχιούχος Οικον. Παν/μίου Πειραιά
Λογιστής – φοροτεχνικός
Ι. Γενικά για τις προθεσμίες
i.
Στο άρθρο 242 του
Αστικού Κώδικα, ορίζονται τα εξής:
«Η προθεσμία λήγει όταν περάσει ολόκληρη η τελευταία ημέρα και, αν είναι κατά το νόμο εορτάσιμη, όταν περάσει ολόκληρη η επόμενη εργάσιμη».
Αξίζει να σημειώσουμε πως, ακόμη και σε κανονισμό της ΕΟΚ (αριθ. 1182 του Συμβουλίου, της 3ης Ιουνίου 1971) είχε αναφερθεί κάτι αντίστοιχο με τον Α.Κ. και πιο συγκεκριμένα στο άρθρο 3 αυτού:
«[…] β) προθεσμία που προσδιορίζεται κατά ημέρες αρχίζει με την έναρξη της πρώτης ώρας της πρώτης ημέρας και λήγει με την παρέλευση της τελευταίας ώρας της τελευταίας ημέρας της προθεσμίας·
(…)
3. Οι προθεσμίες περιλαμβάνουν τις αργίες, τα Σάββατα και τις Κυριακές, εκτός αν αυτές εξαιρούνται ρητά ή αν οι προθεσμίες προσδιορίζονται κατά εργάσιμες ημέρες.
4. Αν η τελευταία ημέρα προθεσμίας που δεν προσδιορίζεται κατά ώρες είναι αργία, Κυριακή ή Σάββατο, η προθεσμία λήγει με την παρέλευση της τελευταίας ώρας της επομένης εργάσιμης ημέρας».
Και στη νομολογία που έχει διαπλαστεί βλέπουμε πως σε τέτοιου είδους προθεσμίες οι οποίες καθορίζονται αποκλειστικά βάσει εργάσιμων ημερών δεν λαμβάνονται υπόψη τα Σάββατα, οι Κυριακές, καθώς και οι αργίες για τον καθορισμό της καταληκτικής προθεσμίας. Η προσδιοριζόμενη προθεσμία σε εργάσιμες ημέρες δεν μπορεί να νοηθεί παρά και σε σχέση με τη λειτουργία του εκάστοτε δημόσιου φορέα. Ο νομοθέτης σε αυτές τις περιπτώσεις έχει γνώση των εννοιών και με σαφή διάκριση χρησιμοποιεί τους όρους «εργάσιμες ημέρες». Επομένως, σε προθεσμία π.χ. των 10 εργάσιμων ημερών για την πληρωμή δεν θα υπολογισθούν οι Κυριακές, οι λοιπές αργίες και τα Σάββατα που μεσολαβούν, αφού δεν είναι εργάσιμες ημέρες (σ.σ. σχετικές οι αποφάσεις ΑΠ 695/2003 και ΑΠ 1634/2002).
Ο νομοθέτης λοιπόν, έχοντας γνώση των ανωτέρω, όταν θέλει μια προθεσμία να μην μεταφέρεται, είτε προσδιορίζει ρητώς ότι συμπεριλαμβάνονται και οι αργίες (Σάββατα, Κυριακές και λοιπές επίσημες αργίες) ή καθορίζει συγκεκριμένη προθεσμία σε «εργάσιμη ημέρα» (σ.σ. βλ. Φ.Π.Α., καταβολή εισφορών Ι.Κ.Α., κ.ά.).
ii.
Περαιτέρω, στον Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (σ.σ. νυν
ν. 4987/2022) και δη στην παρ. 1 του άρθρου 7 αυτού, ορίζονται τα ακόλουθα:
«1. Εάν η εκπνοή προθεσμίας για την άσκηση δικαιώματος ή εκπλήρωση υποχρέωσης, όπως ορίζεται από τη φορολογική νομοθεσία, συμπίπτει με επίσημη αργία, Σάββατο ή Κυριακή, η προθεσμία παρατείνεται μέχρι την αμέσως επόμενη ημέρα κατά την οποία η Φορολογική Διοίκηση λειτουργεί για το κοινό. Το πρώτο εδάφιο δεν εφαρμόζεται για τις δηλώσεις Φ.Π.Α. που υποβάλλονται σύμφωνα με τα άρθρα 47β, 47γ και 47δ του Κώδικα Φόρου Προστιθέμενης Αξίας (Φ.Π.Α.)».
Όπως βλέπουμε όσον αφορά στη φορολογική Διοίκηση, τα πράγματα εδώ και αρκετά χρόνια έχουν ξεκαθαρίσει ως προς το θέμα αυτό.
iii. Στα ζητήματα όμως της ασφαλιστικής και εργατικής νομοθεσίας τα πράγματα είναι πιο συγκεχυμένα. Ο e-Ε.Φ.Κ.Α. επί παραδείγματι, στο τέλος κάθε χρόνου κοινοποιεί τους Αναλυτικούς Πίνακες με τις περιόδους υποβολής Α.Π.Δ για την επόμενη χρονιά (σ.σ.
δείτε για το έτος 2023), γεγονός που βοηθά στον προγραμματισμό των εργασιών όλων και στην άρση οποιαδήποτε απορίας περί του πότε είναι η καταληκτική ημερομηνία υποβολής για κάθε μισθολογική περίοδο. Όμως, όπως προς τις υποχρεώσεις του Π.Σ. ΕΡΓΑΝΗ δε συμβαίνει το ίδιο, με αποτέλεσμα για πολλές περιπτώσεις δηλωτικών υποχρεώσεων των οποίων η καταληκτική ημερομηνία συμπίπτει με επίσημη αργία, Σάββατο ή Κυριακή, να δημιουργείται συχνά κομφούζιο. Αυτό γίνεται κατά την άποψη μας διότι το υπ. Εργασίας δεν έχει υιοθετήσει στις υπ. αποφάσεις, και στις ηλεκτρονικές εφαρμογές του τον βασικό κανόνα που ορίζεται στον Α.Κ., κι έτσι συμβαίνει αρκετές φορές να συμπίπτει η εκπνοή μιας προθεσμίας με ημέρα αργίας. Δεν πρέπει να λησμονούμε τι είχε συμβεί και επί των ημερών της πανδημίας του covid, όπου υπήρχαν πάρα πολλές καταληκτικές ημερομηνίες, τόσο σε επίσημες αργίες, όσο και Σάββατο ή Κυριακή, κι αυτή η πραγματικότητα μαζί με όλα τα υπόλοιπα είχαν πραγματικά εξουθενώσει τους συναδέλφους λογιστές-φοροτεχνικούς (τα θέματα αυτά τα είχαμε αναδείξει στην περίοδο του covid).
Αυτή η κατάσταση όμως δεν πρέπει να συνεχιστεί, ούτε είναι λογικό σε μια ευνομούμενη πολιτεία να μην τηρούνται από το υπ. Εργασίας οι διατάξεις που ορίζονται στον Α.Κ. Τα πράγματα είναι απλά. Όταν ο νομοθέτης ορίζει ότι η προθεσμία υποβολής μπορεί να γίνει μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα, τότε αυτή η διατύπωση εκφράζει και τη βούλησή του που δεν επιδέχεται αμφισβήτηση. Όταν όμως, για άλλες υποχρεώσεις ορίζονται διατάξεις (ή αναφέρονται προθεσμίες σε υπουργικές αποφάσεις) όπως ενδεικτικά «στο τέλος του επόμενου μήνα», ή «στο πρώτο δεκαήμερο του επόμενου μήνα», ή «έως την 20η ημέρα κάθε μήνα» κ.ά., τότε φρονούμε πως σε περίπτωση σύμπτωσης της καταληκτικής ημερομηνίας με αργία τυγχάνουν εφαρμογής, ως ειδικότερες, οι διατάξεις του Α.Κ., οπότε η εκάστοτε προθεσμία πρέπει να μετατίθεται για την επόμενη εργάσιμη ημέρα.
ΙΙΙ. Το πρόσφατο θέμα
Κι ενώ μπορεί να επιλύθηκε το πρόβλημα που ανέκυψε σχετικά με την υποβολή των αδειών στο ΠΣ ΕΡΓΑΝΗ, καθώς φαίνεται
η ίδια η ανακοίνωση αντιμετωπίζει το θέμα κατ΄εξαίρεση, γεγονός που καταδεικνύει πως η θέση των υπηρεσιακών παραγόντων είναι ότι στο μέλλον, αν η προθεσμία για την εν λόγω υποχρέωση εκπνέει και πάλι σε ημέρα αργίας, Σαββάτου ή Κυριακής, δεν θα μεταφερθεί στην αμέσως επόμενη εργάσιμη.
Γιατί όμως το υπουργείο Εργασίας αγνοεί επιδεικτικά τις διατάξεις του Α.Κ.;
Γιατί δεν υιοθετεί -όπως έκανε και η φορολογική Διοίκηση, αλλά και ο e-ΕΦΚΑ όπως ήδη ανέφερα (ο οποίος ανήκει διοικητικά στο υπουργείο)– όσα ορίζει εν προκειμένω ο Α.Κ. δίνοντας έτσι μία μόνιμη και δίκαιη λύση στο θέμα;
Η λύση που προτείνουμε είναι να εκδοθεί άμεσα μία υπουργική απόφαση με την οποία θα ρυθμίζεται το ζήτημα αυτό βάσει του ΑΚ και εν συνεχεία, το Π.Σ. ΕΡΓΑΝΗ, έχοντας λάβει τις σχετικές οδηγίες να προβεί στις ανάλογες ρυθμίσεις ώστε να μετατίθεται αυτομάτως η σχετική καταληκτική προθεσμία. Ενδεχομένως πρέπει να σταλούν από τους φορείς μας κάποιες επιστολές με προτάσεις για τη διευθέτηση του ως άνω θέματος. Οι επιστολές αυτές θα λειτουργήσουν ως μοχλός πίεσης ώστε να υλοποιηθεί το αίτημα αυτό και να ρυθμιστεί μόνιμα το θέμα αυτό που μάς απασχολεί. Έτσι, θα υπάρχει σαφές χρονοδιάγραμμα και δε θα ελλοχεύει ο κίνδυνος να κάνει λάθος ο κάθε συνάδελφος λογιστής υποβάλλοντας μία δηλωτική υποχρέωση εκπρόθεσμα.
Κλείνοντας, με λύπη θέλω να αναφερθώ και στη συμπεριφορά ορισμένων συναδέλφων που τηλεφωνούσαν χθες στα γραφεία του κόμβου ή έστελναν e-mails και ουσιαστικά μάς εγκαλούσαν επειδή στο ημερολόγιό μας αναφέραμε (σ.σ. ακολουθώντας τον Α.Κ.) πως εξέπνεε η προθεσμία στις 12.6.2023. Κάποιοι άλλοι μιλούσαν με άσχημο τρόπο στους συνεργάτες του κόμβου, ενώ κάποιοι άλλοι ζητούσαν να πληρώσει τις όποιες κυρώσεις ο κόμβος! Δηλαδή, οι εν λόγω συνάδελφοι, αντί να στρέψουν τα βέλη τους στην αρμόδια υπηρεσία και στο υπουργείο Εργασίας που ευθύνεται γι΄αυτό το κομφούζιο, θεώρησαν πως είναι προτιμότερο να επιτεθούν στον κόμβο επειδή «παρασύρθηκαν» από το ημερολόγιο, που ειρήσθω εν παρόδω είναι το πληρέστερο και εγκυρότερο ημερολόγιο που υπάρχει εδώ και αρκετά χρόνια στο χώρο μας. Το αστείο βέβαια είναι ότι ίσως ακόμη κι αυτοί που εγκαλούσαν τον κόμβο ως προς την εγκυρότητά του, να είναι οι ίδιοι που κάποιες στιγμές στην επαγγελματική τους πορεία το ίδιο αυτό ημερολόγιο να τους είχε προφυλάξει από λάθος χειρισμούς και κυρώσεις. Προφανώς η εγκυρότητα ενός κόμβου στηρίζεται σε μεμονωμένα γεγονότα ή περιστατικά ή ακόμη και σε λάθη (όλοι κάνουν λάθη) και όχι στη διαχρονική του πορεία (σ.σ. στο ημερολόγιό μας, εκτός των άλλων αναφέρεται και αυτό: «Παρακαλούμε όπως ελέγχετε για παρείσφρηση λαθών στις υποχρεώσεις και τις καταληκτικές ημερομηνίες για την εκπλήρωσή τους που αναγράφονται σ’ αυτό, αλλά και για τυχόν αλλαγές που έχουν πραγματοποιηθεί μεταγενέστερα από την τελευταία ενημέρωσή του»).
Το ζητούμενο για μάς, δεν είναι αν είχαμε δίκιο ή όχι, αλλά ότι μέσα από το όλο θέμα που αναδείχθηκε είναι ευκαιρία να λυθεί επιτέλους σε μόνιμη βάση η μεταφορά σε επόμενη εργάσιμη ημέρα αντίστοιχων υποχρεώσεων. Όπως έχουμε ξαναγράψει, η δημόσια παράθεση της ερμηνευτικής μας προσέγγισης που δεν αναμασά απλώς τα κείμενα των εγκυκλίων ή των νόμων, αλλά εδράζεται και στη συμπυκνωμένη γνώση και εμπειρία όλης της ομάδος, δίνει μία επιπλέον δυναμική στα ίδια τα κείμενα, διότι συχνά βαδίζουμε σε δύσκολες ατραπούς με κίνδυνο να «τσαλακωθούμε» μακριά απ΄την ασφάλεια των εύκολων παραδειγμάτων, ή των γενικών αναφορών. Αυτή η τόλμη όμως είναι που ενίοτε ανοίγει δρόμους και αποτελεί μια μεγάλη πρόκληση για μας που πάντα θα την κυνηγούμε έστω κι αν κάπου στην πορεία έχουμε ανθρωπίνως σφάλει. Σε όλη αυτή την πορεία, έχουμε συνοδοιπόρους όλες και όλες τους συναδέλφους που έχοντας υψηλό αίσθημα επαγγελματικής αλληλεγγύης, με τις παρατηρήσεις, τους προβληματισμούς και τα εποικοδομητικά τους σχόλια προσπαθούν να βοηθήσουν στην ανάδειξη και κυρίως στην επίλυση θεμάτων της καθημερινότητάς μας.