Η έλλειψη βιολογικών τροφίμων που καταγράφεται στον αναπτυσσόμενο κόσμο που έχει υπερπληθυσμό θα οδηγήσει είτε σε εναλλακτικά μεταλλαγμένα τρόφιμα και θα δώσει μεγαλύτερες υπεραξίες στα βιολογικά τρόφιμα. Στην Ελλάδα, όλο και περισσότεροι επιχειρηματίες που δεν προέρχονται από τον κλάδο των τροφίμων ούτε είχαν σχέσεις με τον γεωργικό τομέα, στρέφονται προς την παραγωγή , επεξεργασία και διακίνηση βιολογικών προϊόντων.
Τα 20 χρόνια μεγάλων προσπαθειών για την ανάπτυξη του πρωτογενούς τομέα με σύγχρονες συνθήκες
Μία εξέλιξη που ξεκίνησε στις αρχές της δεκαετίας του 2000 από την Αμερική ,πέρασε στην Ευρώπη και έκανε δειλά τα πρώτα της βήματα στην Ελλάδα στα μέσα της δεκαετίας του 2000. Το κόστος παραγωγής και διακίνησης προϊόντων με την μορφή της υψηλής επεξεργασίας και των αυξημένων συνθηκών logistics ήταν πολλαπλάσια από τις τιμές των προϊόντων στις λαϊκές αγορές. Έτσι, όταν ξεκίνησε η οικονομική κρίση στην Ελλάδα (2010-2018), οι καταναλωτές στράφηκαν στα φθηνά προϊόντα και αγνόησαν τα πιο ακριβά τα οποία αναγκαστικά στράφηκαν προς εξαγωγές.
Με την ανάκτηση μέρους των εισοδημάτων και τελευταία με την ανάπτυξη νέων διατροφικών συνηθειών, η κατανάλωση αγροτικών προϊόντων πέρασε στην καθημερινότητα και έγινε life style (πχ εξωτικές σαλάτες). Οι νέες επιχειρήσεις που δημιουργούνται έχουν αυξημένη παραγωγή, marketing, καλύτερη τιμολόγηση και ταχύτερη διάθεση βιολογικών προϊόντων.
Όταν οι τραπεζίτες στρέφονται προς την αγροτική ανάπτυξη και τον πρωτογενή τομέα
Τα private equities πρωτοστατούν στην νέα μορφή ανάπτυξης του πρωτογενούς τομέα. Αυτή την επενδυτική ‘μόδα’ ξεκίνησε ο πρώην διευθύνων σύμβουλος της Eurobank κ. Νίκου Νανόπουλου ο οποίος μέσα από το fund που ‘έτρεχε’ (DEKA) μαζί με την Δημήτρη Δασκαλόπουλο (Diorama) είχαν τοποθετηθεί σε αρκετές εταιρείες τροφίμων στην ελληνική περιφέρεια. Ακολούθησε (ανάμεσα σε πολλές άλλες προσπάθειες άλλων funds) η κίνηση του fund του κ. Απόστολου Ταμβακάκη (πρώην CEO της ΕΤΕ) που απέκτησε τον ‘Φρεσκούλη’ με τον οποία όχι μόνο κυριάρχησε σε πωλήσεις σε κάθε σούπερ μάρκετ και μίνι μάρκετ αλλά δημιούργησε το στυλ του ‘ελαφρού φαγητού’.
Η επιχειρηματική κίνηση του private equity του κ. Ν. Καραμούζη για να τοποθετηθεί ευρύτερα στον κλάδο τροφίμων και ειδικά στο λάδι που πλέον λόγω των εξελίξεων με την παραγωγή (μειωμένη παραγωγή τα τελευταία χρόνια, εκτίναξη τιμών) βρίσκεται πάντα στο αγροτικό προσκήνιο. Τα περιθώρια κέρδους έχουν εκτιναχθεί και όλοι μιλούν για τον ‘λαδί χρυσό’. Με την τοποθέτηση του fund SMERC σε εταιρείες λαδιού σε Κρήτη και Πελοπόννησο (Ρέθυμνο και Σητεία) στην Κρήτη και την Πελοπόννησο (Ολυμπία), ο κ. Καραμούζης επιβεβαιώνει ότι το ελληνικό ελαιόλαδο έχει μεγάλα περιθώρια ανάπτυξης και χρειάζεται μεγαλύτερες, πιο ισχυρές και πιο εξωστρεφείς επιχειρήσεις.
Έντονη η «μάχη του νερού»
Σε ό,τι αφορά το νερό, εκεί η αίσθηση ότι υπάρχει τεράστια ζήτηση (εδώ και χρόνια) έχει δημιουργήσει πάρα πολλές εταιρείες επεξεργασίας και διάθεσης εμφιαλωμένων νερών στην Ελλάδα. Σχεδόν σε κάθε περιφέρεια υπάρχει και μία τοπική εταιρεία που παίρνει μερίδια αγοράς. Η λειψυδρία που υπάρχει και που αυξάνεται ανά τον κόσμο, σε συνδυασμό με την αύξηση του τουρισμού έχει οδηγήσει σε πολλαπλασιασμό της ζήτησης για εμφιαλωμένο νερό τα τελευταία 10 χρόνια. Στο εμφιαλωμένο νερό γίνονται και οι μεγαλύτερες επενδύσεις ανάμεσα στον πρωτογενή τομέα και το ενδιαφέρον εγχώριων και ξένων funds για τις εξελίξεις είναι τεράστιο.