Μάλλον κάποια πρακτική συμβουλή εύκολου ξεφλουδίσματος για πορτοκάλια, ένα παραφορτωμένο, αμερικάνικης αισθητικής εορταστικό τραπέζι, κάποιο tip καλού ψησίματος για κοτόπουλο στο φούρνο, ή ισορροπημένου ποτίσματος για στοιχισμένα γλαστράκια με βότανα και μυρωδικά.
Και αν ή ίδια φαίνεται στην αρχή του νέου ντοκιμαντέρ… να επηρεάστηκε αρχικά, πριν ξεκινήσει την πορεία της, από ένα ταξίδι του μέλιτος στην Ευρώπη διάρκειας πέντε μηνών και από τα γεμιστά, τις ελιες και την Ακρόπολη μεταξύ άλλων, οι δικές μας σκέψεις παραμένουν αδιόρατα πασπαλισμένες με μερικές κακές φήμες, διαδικτυακά και άλλα μιντιακά απόνερα για την μοχθηρή της προσωπικότητα, τον αμείλικτο χαρακτήρα της και μια διάχυτη αίσθηση ότι αυτή η “τύπισσα” αποτελεί μια απάτη που όφειλε να ξεσκεπαστεί.
Μάλλον εκείνης της εύθυμης νοικοκυράς που εκτελώντας τις δικές της “συνταγές” έγινε από τέκνο πολύτεκνης οικογένειας μοντέλο, από μοντέλο χρηματίστρια της Wall Street στα τέλη της δεκαετίας του 1960 και από εκεί επιχειρηματίας με εταιρεία catering, επιτυχημένη συγγραφέας, μιντιακός παραγοντας και θεωρητικά η πρώτη αυτοδημιούργητη γυναίκα δισεκατομμυριούχος της Αμερικής με τόσο μεγάλη επιρροή.
Ωσπού δικαίως ή αδίκως, δεν γίνεται σαφές από το ντοκιμαντέρ, να δικαστεί με τεράστια κάλυψη από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης και να μπει στη φυλακή εμπλεκόμενη σε μια χρηματιστηριακή διαπραγμάτευση που έγινε με τη χρήση εμπιστευτικών πληροφοριών. Ωσπού να ξαναβγει και να ανακάμψει μέσω των social media και της φιλίας της με τον Snoop Dogg που σήμερα μεταφράζεται σε επιτυχημένα τηλεοπτικά και λοιπά concept.
Και αν τελικά το ποιά πραγματικά ήταν ή είναι η Martha Stewart λογικά μας είναι εντελώς αδιάφορο, μήπως το αφήγημα αφορά πολύ περισσότερο σε κάτι άλλο;
Δύναμη, φήμη, εξουσία, επιμονή, αυστηροτητα,προσήλωση σε κάποιο προσωπικό όραμα, τελειομανία. Τα μέχρι πρότινος “δομικά” συστατικά ενός επιχειρηματία που πλουτίζει φτιάχνοντας ας πούμε κινητά, υπολογιστές, αυτοκίνητα ή διαστημόπλοια, γιατί χρωματίζονται αλλιώς όταν αφορούν μια γυναίκα που πλούτισε δημιουργώντας με τα χέρια της στον κήπο, στην κουζίνα και σε τραπεζαρίες φορώντας την πόδια της;
Και αν οι καιροί αλλάζουν και ορισμένοι επιχειρηματίες σκέφτονται, γράφουν, αναστοχάζονται το πως τελικά ένα πιο ανθρώπινο πρόσωπο μπορεί τελικά να ωφελήσει όχι μόνο τους ίδιους, τον ύπνο τους το βράδυ ή την ψυχή τους αλλά και την επιχείρηση τους,πόσο ακόμα απέχουμε στο να μην τρομάζουμε στη θέα μιας υπερβολικά επιτυχημένης, έστω με οικονομικούς όρους, γυναίκας;
Κατά τη διάρκεια της 31χρονης κινηματογραφικής του καριέρας, ο Cutler που έχει εξετάσει και δημιουργήσει πορτρέτα για πολιτικές προσωπικότητες, αστέρες της ποπ (“Billie Eilish: The World’s a Little Blurry”) και συντάκτες περιοδικών (“The September Issue”), πατά στο μοτίβο της επαναξιολόγησης των κακοποιημένων από τα μέσα διασημοτήτων – ειδικά των γυναικών που έφτασαν στο απόγειο της φήμης τη δεκαετία του 1990 κάτι που μοιάζει ήδη να έχει γίνει ένα μικρό κομμάτι της ποπ κινηματογραφικής κουλτούρας.
Παρουσιάζει την Martha σαν μια σύνθετη φιγούρα που κινείται κάπου ανάμεσα στην πρώτη ινφλουένσερ και σε μια μοναχική ηλικιωμένη που φροντίζει τον μεγάλο της κήπο ψιλοκουτσαίνοντας.
Η ίδια όμως είναι εκείνη που τελικά βγαίνει πάλι μπροστά, ίσως από την εποχή της, μη μασώντας τα λόγια της ενώ κοιτάζει την κάμερα. Η Martha Stewart μιλά ανοιχτά, χωρίς να προσπαθεί να ωραιοποιήσει τον χαρακτήρα της για όσα έζησε, για τους συνεργάτες αλλά και τους άντρες της ζωής της που την πρόδωσαν, δείχνοντας ότι δεν έχει τίποτα να κρύψει από την κάμερα που την έθρεψε, την φυλάκισε και τελικά, όπως φαίνεται, μάλλον την απελευθερώνει.