Φορολογικά

ΣτΕ: Δεν αντίκειται στο Σύνταγμα και στην ΕΣΔΑ η υποχρεωτική παράλληλη ασφάλιση στον ΟΑΕΕ των ασφαλισμένων πριν την 1η/1/1993 στο Ταμείο Νομικών, ΤΣΑΥ και ΤΣΜΕΔΕ

ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ

23/12/2024

ΣτΕ 1992/2024 7μ. Α΄ Τμ. (πρότυπη δίκη άρθρου 1 ν. 3900/10)

Πρόεδρος: Μ.-Ε. Κωνσταντινίδου, Αντιπρόεδρος
Εισηγητής: Π. Μπραΐμη, Σύμβουλος της Επικρατείας

Το άρθρο 18 παρ. 3 του ν. 3863/2010, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 60 του ν. 3996/2011, δεν αντίκειται στα άρθρα 4, 5, 17, 22 παρ. 5 και 25 του Συντάγματος και 1 του ΠΠΠ της ΕΣΔΑ.

1. Με το άρθρο 18 παρ. 3 του ν. 3863/2010, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 60 του ν. 3996/2011, προβλέφθηκε για τους ασφαλισμένους πριν την 1.1.1993 στο Ταμείο Νομικών, ΤΣΑΥ και ΤΣΜΕΔΕ (ΕΤΑΑ) η υποχρεωτική υπαγωγή στην ασφάλιση του ΟΑΕΕ, εφόσον ασκείται δραστηριότητα που υπάγεται στην ασφάλιση του Οργανισμού αυτού και δεν είναι συναφής με την επαγγελματική ιδιότητα για την οποία υπάγονται στην ασφάλιση του ΕΤΑΑ, αν και η ως άνω κατηγορία ασφαλισμένων είχε εξαιρεθεί με το άρθρο 2 του ν. 2335/1995 από την υποχρεωτική παράλληλη ασφάλιση στα ταμεία ελευθέρων επαγγελματιών (ΤΑΕ, ΤΕΒΕ, ΤΑΝΠΥ κ.ά, μεταγενεστέρως ΟΑΕΕ). Με την ως άνω ρύθμιση επαναφέρθηκε η ως άνω κατηγορία ασφαλισμένων στον κανόνα της υποχρεωτικής παράλληλης ασφαλίσεως που ίσχυε για όλους τους ασφαλισμένους πριν από την 1.1.1993 σύμφωνα με το άρθρο 39 του ν. 2084/1992.

2. Με την απόφαση του Δικαστηρίου κρίθηκε ότι η διάταξη του άρθρου 18 του ν. 3863/2010 αποσκοπεί στην εξυπηρέτηση σκοπών δημοσίου συμφέροντος (διασφάλιση των εσόδων του ΕΤΑΑ και ήδη e-ΕΦΚΑ και γενικότερα διασφάλιση της βιωσιμότητας του ασφαλιστικού συστήματος) και, ενόψει αυτού, η επαναφορά της κατηγορίας αυτής ασφαλισμένων στον κανόνα της υποχρεωτικής παράλληλης ασφαλίσεως που ίσχυε για όλους τους ασφαλισμένους πριν από την 1.1.1993, ως μέτρου, μεταξύ άλλων, για την επίτευξη των ως άνω σκοπών δημοσίου συμφέροντος, δεν παρίσταται κατ’ αρχήν απρόσφορο και μάλιστα προδήλως, ούτε μπορεί να θεωρηθεί ότι δεν ήταν αναγκαίο, λαμβανομένου άλλωστε υπόψη ότι η εκτίμηση του νομοθέτη ως προς τα ληπτέα μέτρα για την επίτευξη σκοπού δημοσίου συμφέροντος υπόκειται σε οριακό μόνο δικαστικό έλεγχο. Περαιτέρω, κρίθηκε ότι οι ασφαλισμένοι πριν από την 1.1.1993 (παλαιοί ασφαλισμένοι), οι οποίοι διατήρησαν με το ν. 2084/1992 το καθεστώς της υποχρεωτικής παράλληλης ασφαλίσεως, ακόμα και αν εξαιρέθηκαν στη συνέχεια από την υποχρεωτική παράλληλη ασφάλιση, δεν τελούν κάτω από τις ίδιες συνθήκες με την κατηγορία των ασφαλισμένων, οι οποίοι υπήχθησαν στην ασφάλιση μετά την 1.1.1993 (νέοι ασφαλισμένοι) και, επομένως, δεν υπάρχει παραβίαση της αρχής της ισότητας, δοθέντος ότι ο χρόνος υπαγωγής στην ασφάλιση (1.1.1993), αποτελεί παράγοντα αρκούντως αντικειμενικό που δικαιολογεί εκάστοτε την διαφορετική μεταχείριση. Κατόπιν αυτών κρίθηκε ότι η διάταξη του άρθρου 18 παρ. 3 του ν. 3863/2010, όπως αντικαταστάθηκε, δεν αντίκειται στις διατάξεις των άρθρων 4, 5, 22 παρ. 5 και 25 του Συντάγματος. Κρίθηκε επίσης ότι η ως άνω διάταξη δεν αντίκειται ούτε στα άρθρα 17 παρ. 1 του Συντάγματος και 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ, διότι θεσπίζει ρύθμιση που αποσκοπεί στην εξυπηρέτηση σκοπών δημοσίου συμφέροντος, η ρύθμιση αυτή είναι πρόσφορη και αναγκαία για την επίτευξη των επιδιωκόμενων από τον νομοθέτη σκοπών δημοσίου συμφέροντος, εξασφαλίζεται δε, κατ’ αρχήν, με αυτήν δίκαιη ισορροπία ανάμεσα στις απαιτήσεις του, κατά την εκτίμηση του νομοθέτη, συντρέχοντος εν προκειμένω γενικού συμφέροντος και της ανάγκης προστασίας των περιουσιακών δικαιωμάτων των ασφαλισμένων. Τέλος, κρίθηκε ότι η επίμαχη διάταξη δεν αντίκειται ούτε στην αρχή της προστατευόμενης εμπιστοσύνης, διότι η συνταγματική αυτή αρχή δεν εμποδίζει τον νομοθέτη, ο οποίος υποχρεούται να μεριμνά για την κοινωνική ασφάλιση των εργαζομένων, να λαμβάνει μέτρα εντός του πλαισίου της συνταγματικής τάξεως, ακόμη και σε ήδη συνεστημένες έννομες σχέσεις ή καταστάσεις, όταν αδήριτες ανάγκες το επιβάλλουν, όπως εν προκειμένω.

3. Μετά την επίλυση των ως άνω νομικών ζητημάτων, η προσφυγή παραπέμπεται, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 1 του ν. 3900/2010, προς εκδίκαση, ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο αυτής, στο Διοικητικό Πρωτοδικείο Χανίων.