Άξιο αναφοράς είναι πως οι επιχειρηματικές πωλήσεις διατήρησαν τη δυναμική τους το 2024, σημειώνοντας άνοδο της τάξης του 2,7% σε αποπληθωρισμένους όρους, με οδηγό τον κλάδο πληροφορικής, που μέσα σε 2 δεκαετίες τριπλασίασε το μερίδιό του στο ΑΕΠ.
Όπως αποτυπώνεται αναλυτικά σε report της Εθνικής Τράπεζας, η δυναμική αυτή πρέπει να ενισχυθεί περαιτέρω, καθώς η Ελλάδα κατατάσσεται στις τελευταίες θέσεις της ΕΕ σε κρίσιμους τομείς ψηφιοποίησης, με εμφανείς επιπτώσεις στην παραγωγικότητα.
Άλμα τεχνολογίας και μεγέθυνση επιχειρήσεων: Συγκοινωνούνται δοχεία
Καθώς οι νέες τεχνολογίες αλλάζουν τους όρους του παγκόσμιου επιχειρείν, κλειδί για την ανταγωνιστικότητα της επόμενης πενταετίας είναι η μεγέθυνση τόσο του κλάδου πληροφορικής όσο και του μέσου μεγέθους του συνόλου των ελληνικών επιχειρήσεων, που θα τους επιτρέψει να κάνουν το «ψηφιακό άλμα» που χρειάζεται για να επιτύχουν τη σύγκλιση με την ευρωπαϊκή τάση.
Μια «ακτινογραφία» σήμερα
Ξεκινώντας από τις συνολικές επιδόσεις του επιχειρηματικού τομέα, το 2024 συνεχίστηκε η ενίσχυση του κύκλου εργασιών (+2,7% σε αποπληθωρισμένους όρους), διατηρώντας την τάση του 2023.
Η άνω άνοδος επέτρεψε στο μερίδιο των ελληνικών επιχειρήσεων να φθάσει το 1,1% της ευρωπαϊκής προστιθέμενης αξίας (από 1% κατά μέσο όρο την περίοδο 2016-2021), παραμένοντας ωστόσο χαμηλότερα από το προ κρίσης μερίδιο (1,7% το 2001-2009).
Η δυναμική αυτή έχει τα εχέγγυα να συνεχιστεί και το 2025, με εκτιμώμενη αύξηση πωλήσεων της τάξης του 3% (σε αποπληθωρισμένους όρους).
Σε κλαδικό επίπεδο, θετικά ξεχώρισαν υποστηρικτικές δραστηριότητες επιχειρήσεων και επενδύσεων (+8% σε αποπληθωρισμένους όρους το 2024, έναντι +2% στους υπόλοιπους κλάδους), λαμβάνοντας ώθηση από
- την πορεία κάλυψης του επενδυτικού κενού που δημιουργήθηκε κατά την οικονομική κρίση και
- τα κίνητρα του Ταμείου Ανάκαμψης για επενδύσεις και ποιοτική αναβάθμιση του επιχειρηματικού τομέα. Ειδικότερα, κορυφαίες επιδόσεις σημειώνει συστηματικά ο κλάδος πληροφορικής, αυξάνοντας το μερίδιό του στο ΑΕΠ σε 1,6% το 2024, από 0,7% το 2014 (και 0,4% το 2004). Ωστόσο, σημαντικά είναι τα περιθώρια περαιτέρω ανόδου, καθώς το μέσο ευρωπαϊκό μερίδιο είναι στο 3,3%, με τις περισσότερες χώρες να έχουν καταφέρει να συγκλίνουν κοντά σε αυτό το μέσο όρο, ενώ η Ελλάδα παραμένει τελευταία στην κατάταξη.
Κλάδος Πληροφορικής: Γιατί είναι κρίσιμη η περαιτέρω μεγέθυνση του για το σύνολο της οικονομίας
Σύμφωνα με την ΕΤΕ, η περαιτέρω μεγέθυνση του κλάδου πληροφορικής είναι κρίσιμης σημασίας για την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας, καθώς μπορεί να προσφέρει σημαντική ώθηση στην παραγωγικότητα.
Ειδικότερα, εκτιμάται ότι για κάθε 1 επιπλέον ποσοστιαία μονάδα μεριδίου του κλάδου στο ΑΕΠ η παραγωγικότητα της χώρας αυξάνεται μεσοπρόθεσμα κατά 15%. Θετικά για την ενίσχυση του κλάδου λειτουργεί ο υπάρχων κορμός επιχειρήσεων, ο οποίος (αν και σχετικά μικρός για τα ευρωπαϊκά δεδομένα) χαρακτηρίζεται από αξιοσημείωτη δυναμικότητα, με τις δαπάνες έρευνας και ανάπτυξης να αγγίζουν το 11% της προστιθέμενης αξίας (έναντι 5% στην ΕΕ).
Η μεγέθυνση του κλάδου αναμένεται να ενισχύσει τις επενδύσεις λογισμικού (software), βοηθώντας την εξισορρόπηση του μείγματος ψηφιακών επενδύσεων (60% του μείγματος αφορά hardware, έναντι 30% στην ΕΕ), ενισχύοντας την απόδοσή τους.
Πώς θα γίνει όμως αυτό
Κατά την έκθεση της ΕΤΕ, η απαιτούμενη άνοδος του κλάδου ωστόσο δε μπορεί να γίνει αυτοτελώς. Πρακτικά θα ακολουθήσει την αυξημένη ζήτηση για ψηφιοποίηση από επιχειρήσεις – στόχος που ευθυγραμμίζεται με την ευρωπαϊκή στρατηγική για το 2030 στα πλαίσια της «Ψηφιακής Δεκαετίας της ΕΕ».
- Σε αυτό το πλαίσιο, το πρώτο βήμα έχει γίνει με τη βελτίωση του ψηφιακού περιβάλλοντος, με πλήρη σύγκλιση να αναμένεται έως το 2030 Ευρώπη i) σε ψηφιακές υποδομές (με στόχο 100% του πληθυσμού να έχει πρόσβαση σε υψηλές ταχύτητες το 2030, από 38% σήμερα) και ii) σε ψηφιοποίηση Δημοσίου (στο σύνολο των υπηρεσιών)
- Αυτό που συγκρατεί την αξιοποίηση των ευνοϊκών συνθηκών είναι η σημαντική υστέρηση (της τάξης του 30-35%) στους κρίσιμους άξονες ψηφιοποίησης επιχειρήσεων και ψηφιακών δεξιοτήτων. Εν μέρει αυτό αντανακλά αντίστοιχες ελλείψεις επιχειρηματικής κουλτούρας και οικονομιών κλίμακας που συνδέονται με το μικρό μέγεθος των ελληνικών επιχειρήσεων. Ενδεικτικά, σχεδόν 1/2 του επιχειρηματικού τομέα καλύπτεται από ΜμΕ (έναντι 1/3 στην ΕΕ), με μέσο κύκλο εργασιών της τάξης του 1/2 του ευρωπαϊκού μέσου όρου, οδηγώντας σε χαμηλή υιοθέτηση προηγμένων ψηφιακών λύσεων.
Απαιτούνται διαρθρωτικές αλλαγές
Χωρίς διαρθρωτικές αλλαγές στους παραπάνω άξονες, είναι ορατός ο κίνδυνος διεύρυνσης του ψηφιακού χάσματος με την ΕΕ την επόμενη πενταετία, καθώς οι ψηφιακοί στόχοι του 2030 αποτυπώνουν την τρέχουσα επιχειρηματική δομή των ευρωπαϊκών χωρών. Ειδικότερα, βάσει των επίσημων στόχων, το 2030 αναμένεται:
- διατήρηση του κενού με την ΕΕ (της τάξης του 30-35%) σε δεξιότητες και βασικά εργαλεία όπως λύσεις cloud και
- διεύρυνση του κενού (σε έως και 50%) σε προηγμένους τομείς όπως ανάλυση δεδομένων, χρήση τεχνητής νοημοσύνης και απασχόληση προσωπικού εξειδικευμένου σε τομείς πληροφορικής (που είναι και οι κύριες πηγές παραγωγικότητας).
Μια τέτοια εξέλιξη θα «ακύρωνε» μεγάλο μέρος από τα οφέλη της σύγκλισης των ψηφιακών υποδομών με την ΕΕ, καθώς ο βαθμός αξιοποίησής τους εκτιμάται ότι θα περιοριστεί στο 40% το 2030 (έναντι 67% κ.μ.ο. στην ΕΕ).
Παράλληλα, η υστέρηση θα πλήξει σημαντικά την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας μας, σε μία περίοδο που το 70% της νέας προστιθέμενης αξίας θα ενεργοποιηθεί ψηφιακά, αλλάζοντας τους όρους του παγκόσμιου επιχειρείν. Συνεπώς το ζητούμενο είναι όσο το δυνατό ταχύτερη σύγκλιση με την ΕΕ.
Το εγχείρημα είναι φιλόδοξο, καθώς απαιτεί σημαντική επιτάχυνση εκ μέρους των επιχειρήσεων ώστε
- σχεδόν όλες να έχουν τουλάχιστον βασικό επίπεδο ψηφιοποίησης από τις μισές σήμερα και
- τα 3/4 να αξιοποιούν προηγμένα εργαλεία (από 10-25% σήμερα).
Ανάγκη για αφύπνιση και στήριξη των επιχειρήσεων: σε επίπεδο τεχνικό… αλλά και κουλτούρας
Όπως εξηγεί η ΕΤΕ, η υλοποίηση αυτής της προοπτικής απαιτεί σε απόλυτη προτεραιότητα αφύπνιση, κατεύθυνση και στήριξη των επιχειρήσεων ώστε να μεγεθυνθούν (είτε οργανικά είτε μέσω συνεργασιών) και να αναβαθμίσουν την επιχειρηματική τους κουλτούρα.
Αυτός θα είναι και ο καταλύτης που θα τους επιτρέψει να υιοθετήσουν προηγμένα ψηφιακά εργαλεία, οδηγώντας σε έναν ενάρετο κύκλο παραγωγικότητας.
Υποστηρικτικά αναμένεται να λειτουργήσουν στοιχεία όπως η ψηφιακή εκπαίδευση εργαζομένων (13% των επιχειρήσεων προσφέρει σχετικά προγράμματα, έναντι 22% στην ΕΕ) και η ενίσχυση της δυναμικής του κλάδου πληροφορικής (αναβαθμίζοντας την τεχνογνωσία του εργατικού δυναμικού).
Επαγγελματίες της Πληροφορικής: Στους ουραγούς για μια ακόμη χρονιά
Υπενθυμίζεται πως στα πρόσφατα στοιχεία της Eurostat αποτυπώνεται το γεγονός πως δεν υπάρχει πρόοδος ούτε και σε επίπεδο απασχόλησης: Παρά το τεράστιο δυνητικό όφελος στην παραγωγικότητα και τη συνεχώς μεγαλύτερη συμβολή του κλάδου στην οικονομία, η Ελλάδα παρέμεινε για έναν ακόμα χρόνο ουραγός της Ε.Ε. στους επαγγελματίες της πληροφορικής.
Μόλις 2,5% του συνόλου των απασχολούμενων (από 2,4% το 2023) δραστηριοποιείται στον συγκεκριμένο τομέα στην Ελλάδα έναντι 5% στην Ε.Ε., με το ποσοστό να απέχει πάρα πολύ από τη Σουηδία (8,6%), το Λουξεμβούργο (8%) και τη Φινλανδία (7,8%) που βρίσκονται πρώτες στην κατάταξη.
Πρόκειται βέβαια για αναμενόμενο αποτέλεσμα της χαμηλής ψηφιοποίησης των επιχειρήσεων. Βάσει των στοιχείων της Eurostat, η Ελλάδα κατακτά την προτελευταία θέση στην Ε.Ε. στη λεγόμενη «ψηφιακή ένταση», ένας όρος που αφορά αφενός στη χρήση τεχνολογιών πληροφορικής και επικοινωνιών αφετέρου στο ηλεκτρονικό εμπόριο στις επιχειρήσεις.
Συγκεκριμένα, το 80% των ελληνικών εταιρειών, ποσοστό μικρότερο μόνο σε σύγκριση με τη Βουλγαρία, εμφανίζει είτε χαμηλό είτε πολύ χαμηλό επίπεδο ψηφιακής έντασης. Απεναντίας, στις πρώτες θέσεις της λίστας βρίσκονται η Φινλανδία, η Δανία και η Σουηδία, όπου το ποσοστό των επιχειρήσεων με χαμηλή ψηφιακή ένταση διαμορφώνεται κάτω του 45%. Στην Ε.Ε., ο μέσος όρος ανέρχεται στο 65,8%.
Βέβαια και οι δεξιότητες δεν είναι πολλές…
Την ίδια ώρα βέβαια και οι ψηφιακές δεξιότητες στην Ελλάδα παραμένουν σε χαμηλό επίπεδο.
Σύμφωνα με στοιχεία του 2023, το 52,4% των Ελλήνων να δηλώνει ότι έχει τουλάχιστον στοιχειώδεις δεξιότητες για χρήση της τεχνολογίας έναντι 55,6% στην Ε.Ε.