
Με σπουδές Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, Κοινωνικής Πολιτικής στο Πάντειο και έχοντας μεταπτυχιακό τίτλο σπουδών στη Διαχείριση και Ανάπτυξη ΜΚΟ, η κυρία Ψαρρά διαθέτει το κατάλληλο υπόβαθρο για να ανταποκριθεί στις δυσκολίες του επαγγέλματός της. Άλλωστε, όπως αναφέρει, το προσωπικό της οργάνωσης είναι κατάλληλα καταρτισμένο, ακριβώς όπως και το προσωπικό μιας μεγάλης πολυεθνικής. Η κοινωνική συνεισφορά δεν αποτελεί χόμπι και δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να αντέξει στο διηνεκές του χρόνου αν τα άτομα που επιθυμούν ενεργά να προσφέρουν δεν έχουν λάβει εκπαίδευση και δεν χαρακτηρίζονται από οργανωτικότητα.
Στην Ελλάδα, η Χριστίνα Ψαρρά έχει σχεδιάσει και διαχειριστεί προγράμματα κοινωνικής πρόνοιας και υγειονομικής περίθαλψης, ενώ συνίδρυσε το εγχείρημα «Refugees Welcome – Greece». Τα ερευνητικά της ενδιαφέροντα συνδέονται πάντα με τη βελτίωση των ανθρωπιστικών δομών και την πρόσβαση στην υγειονομική περίθαλψη.
«Εφόσον ήθελα να έχω μια πορεία και μια εξέλιξη σε αυτόν τον χώρο, χρειαζόμουν μια πολύ καλή εκπαίδευση»
«Για εμένα, ήταν μια πολύ συνειδητή επαγγελματική σταδιοδρομία το να δουλέψω στον χώρο της ανθρωπιστικής δράσης. Η δουλειά που κάνουμε στους Γιατρούς Χωρίς Σύνορα απαιτεί πολλές γνώσεις και πάρα πολλές ικανότητες να διαχειρίζεται και να κατανοεί κανείς το management διαφορετικών ομάδων, σε διαφορετικές χώρες του κόσμου και με διαφορετικό προσωπικό. Οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα δεν είναι μια οργάνωση γιατρών. Στις τάξεις μας έχουμε αρχιτέκτονες, ηλεκτρολόγους, υδραυλικούς, τεχνικούς πεδίου και μια ολόκληρη ομάδα ανθρώπων που ασχολούνται με το back office (HR, Administration). Έχουμε 70.000 χιλιάδες υπαλλήλους ανά τον κόσμο. Το να αποκτήσω, λοιπόν, μια εκπαίδευση υψηλού επιπέδου ώστε να μπορώ να διαχειρίζομαι τον πολυποίκιλο όγκο της εργασίας ήταν απαραίτητο. Η δουλειά μας είναι ιδιαίτερα απαιτητική · δεν βασίζεται μόνο στο αίσθημα αλληλεγγύης ή στην καλή διάθεση της προσφοράς. Χρειάζεται να έχουμε προσωπικό άκρως καταρτισμένο έτσι όπως χρειάζεται και σε μια πολυεθνική επιχείρηση. Εφόσον ήθελα να έχω μια πορεία και μια εξέλιξη σε αυτόν τον χώρο, χρειαζόμουν μια πολύ καλή εκπαίδευση. Τα στελέχη μας πρέπει να πληρούν αυστηρά, πολύ συγκεκριμένα χαρακτηριστικά ώστε να συμμετέχουν σε αποστολές. Η εμπειρία μου, επομένως, είναι ένα κυνήγι γνώσης και κατάρτισης, όπως θα ίσχυε και σε ένα οποιοδήποτε άλλο επιστημονικό πεδίο. Ο χώρος της ανθρωπιστικής βοήθειας συνεχώς εξελίσσεται, και για να προοδεύσεις εντός του πρέπει να είσαι σε θέση να καταλαβαίνεις από management ομάδων μέχρι γεωπολιτική. Έχω διαχειριστεί μέχρι σήμερα τουλάχιστον δεκαπέντε διαφορετικές ομάδες και κάθε φορά πρέπει να προσαρμόζω την πρακτική μου σε διαφορετικούς ανθρώπους», τονίζει.
«Το μεγαλύτερο εφόδιο που παίρνω είναι το ότι η δουλειά μού μαθαίνει συνεχώς να δίνω σημασία στα ουσιώδη»
«Το γεγονός ότι μέσα από τη δουλειά μου μου επιτρέπεται να γνωρίσω τόπους, έθιμα, κουλτούρες, ανθρώπους και επίσης να έρθω σε επαφή με ανθρώπους που βιώνουν ακραίες συνήθως καταστάσεις, είναι κάτι που αναμφίβολα με επαναφέρει στην πραγματικότητα και αντιλαμβάνομαι όσα έχουν σημασία στη ζωή μας. Το μεγαλύτερο εφόδιο που παίρνω είναι το ότι αυτή η δουλειά μου μαθαίνει συνεχώς να δίνω σημασία στα ουσιώδη. Το να έχει κανείς την υγεία του, ένα σπίτι και οικογένεια συχνά υποτιμάται, ενώ είναι ύψιστης σημασίας. Αποδεικνύεται συνεχώς ότι η ζωή συνεχίζεται και εν τέλει αναδεικνύεται μια κανονικότητα, παρά τις αντιξοότητες. Μέσω αυτής της δουλειάς έχω θαυμάσει απεριόριστα τις γυναίκες, διότι αυτές είναι συνήθως που νοιάζονται για όλους, που “κουβαλούν” τα βάρη και συμβάλλουν σημαντικά στο να διατηρείται η προαναφερόμενη κανονικότητα. Όλα αυτά ενώ συχνά πέφτουν θύματα πολλαπλών μορφών βίας, ειδικά εν μέσω πολέμου όπως φαντάζεστε», υπογραμμίζει.
«Εννοείται ότι μας επηρεάζουν οι καταστάσεις, η δουλειά που κάνουμε επιφέρει μια συνεχή ματαίωση»
Οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα πηγαίνουν εκεί που τους χρειάζονται περισσότερο, σε περιβάλλοντα συχνά αρκετά επισφαλή. Προσφέρουν υπηρεσίες όπως χειρουργικές επεμβάσεις, μαιευτική και παιδιατρική περίθαλψη, εμβολιασμούς και συμβουλευτική ψυχικής υγείας, εκπαιδεύοντας παράλληλα και το τοπικό προσωπικό. Επίσης, δίνουν ιδιαίτερη προσοχή στις ανάγκες των εκτοπισμένων, παρέχοντας φροντίδα για τον υποσιτισμό και τη σεξουαλική βία. Εκτός αυτού, σε πολλές περιοχές, ανταποκρίνονται σε επιδημίες και σοβαρές ασθένειες.
Απαντώντας στο αν νιώθει ότι λυγίζει από το βάρος των ευθυνών, η κυρία Ψαρρά δηλώνει ότι «σε αυτή τη δουλειά, επιλέγοντας να κάνουμε κάτι, παραμερίζουμε κάτι άλλο. Δεν μπορούμε να ανταποκριθούμε σε όλες τις κρίσεις, ούτε όσο θέλουμε ούτε όπως θέλουμε. Είναι τεράστιες οι προσδοκίες που υπάρχουν από τις μη κυβερνητικές οργανώσεις. Δεν μπορούμε να σταματήσουμε έναν πόλεμο. Η ταχύτητα και οι ρόλοι που αναλαμβάνουμε δεν μας επιτρέπουν να ηρεμήσουμε και να αναλογιστούμε εκείνη τη στιγμή τι συμβαίνει. Τα συναισθήματα έρχονται μετά. Στους συναδέλφους δεν επιτρέπεται να “πέσουν”, πρέπει να δουλέψουν ενώ την ίδια στιγμή οι συνθήκες για την οικογένειά τους είναι επισφαλείς, πολλές φορές μάλιστα χάνουν μέλη της οικογένειάς τους. Όσοι εργάζονται σε εμπόλεμες ζώνες πρέπει να βρουν ένα ασφαλές καταφύγιο. Παρόλα αυτά, εννοείται ότι μας επηρεάζουν οι καταστάσεις, η δουλειά που κάνουμε επιφέρει μια συνεχή ματαίωση. Διαρκώς προσπαθείς για το καλύτερο και διαρκώς ο κόσμος μας γίνεται χειρότερος. Βλέποντας όμως το κουράγιο και τη δύναμη κυρίως των ασθενών, γεμίζουμε με αισιοδοξία και θέληση να συνεχίσουμε. Σκεφτόμαστε “αφού μπορούν εκείνοι, γιατί όχι κι εγώ“;»
Η έλλειψη νομοθετικού πλαισίου στην Ελλάδα για τον εθελοντισμό ως σημαντική τροχοπέδη
Μιλώντας για τον εθελοντισμό και για το τι θα έπρεπε να αλλάξει στη χώρα προκειμένου να καταστεί πιο φιλικά διακείμενη στο εθελοντικό έργο, η Χριστίνα Ψαρρά υπογραμμίζει τα εξής: «Στην Ελλάδα δυστυχώς, παρά τη γενική διάθεση πολλών συμπολιτών μας να προσφέρουν εθελοντικά -παραδείγματος χάρη μέσω αλληλεγγύης σε συνανθρώπους μας που πλήττονται από φυσικές καταστροφές-, δεν υφίσταται ένα ευνοϊκό νομοθετικό πλαίσιο, ούτε μια ρυθμιστική Αρχή η οποία να επιτρέπει σε ανθρώπους που εργάζονται ή που έχουν άλλες υποχρεώσεις να μπορούν να εκτελούν εθελοντική εργασία. Σε πάρα πολλές ευρωπαϊκές χώρες, αυτό είμαι μια πρακτική που ορίζεται ακόμα και στα εργατικά δικαιώματα. Οι άνθρωποι μπορούν να ζητούν άδεια για εθελοντική εργασία, ενώ στην Ελλάδα αυτό απουσιάζει. Τα τελευταία χρόνια, επίσης, έχουμε παρατηρήσει μια αρκετά κατευθυνόμενη και συνειδητή ποινικοποίηση δράσεων αλληλεγγύης από πολλές κυβερνήσεις, που καλλιεργούν ένα γενικότερο αίσθημα ότι οι μη κυβερνητικές οργανώσεις είναι κάτι σαθρό και όχι διαφανές. Με ένα λάθος λοιπόν ή μια κακή πρακτική μιας οργάνωσης, γίνεται αμέσως η γενίκευση ότι οι μη κυβερνητικές οργανώσεις δεν έχουν καλό σκοπό, ενώ υπερτονίζονται συνήθως τα αρνητικά και αποσιωπώνται τα θετικά. Ο χώρος του εθελοντισμού γενικώς θεωρώ ότι αποτελεί ένα υγιές κομμάτι της κοινωνίας μας. Θα έπρεπε να υπάρχει ένα νομοθετικό πλαίσιο που διευκολύνει τον εθελοντισμό, ώστε οι πολίτες να έρχονται πιο κοντά με τα προβλήματα που βλέπουν στις ειδήσεις, για να το πω πιο απλά. Αποκτούν, στην ουσία, προσωπική και βιωμένη εμπειρία. Αν η Ελλάδα ως χώρα έκανε τα ελάχιστα, θα είχε τα μέγιστα οφέλη».
Το πρόγραμμα «Refugees Welcome – Greece» ήταν μια δική της προσωπική πρωτοβουλία που έλαβε χώρα το 2016, εντός της προσφυγικής κρίσης, και είχε σκοπό να βοηθήσει πρόσφυγες να ζήσουν αξιοπρεπώς, συγκατοικώντας με φοιτητές, νέους ή οικογένειες. «Το κρατώ ως μια πολύ θετική εμπειρία. Με θλίβει, βέβαια, που σχεδόν δέκα χρόνια μετά αυτή η αλληλεγγύη και αυτή η προσφορά μοιάζουν να διασαλεύονται. Η βασική ιδέα πάντως ήταν η εξής: τα άτομα που το επιθυμούσαν μπορούσαν να προσφέρουν το σπίτι τους ή έστω κάποιο δωμάτιο της οικίας τους σε άτομα που δεν είχαν πού να μείνουν. Η πρωτοβουλία εξελίχθηκε γρήγορα σε μια αγκαλιά. Σε περιόδους κρίσης, είναι γεγονός πως οι πολίτες μπορούν απλόχερα να προσφέρουν βοήθεια, αν δείτε ας πούμε τα Κοινωνικά Ιατρεία και τα Κοινωνικά Φαρμακεία. Μετά, όμως, γρήγορα κουράζονται, ακριβώς λόγω της έλλειψης κρατικής υποστήριξης. Ο καθένας βυθίζεται στη ζωή του, στα δικά του προβλήματα, και είναι λογικό», σχολιάζει επ’ αυτού.
«Οι επιχειρήσεις προσφέρουν προσωπικό, τεχνογνωσία, γνώσεις»
Μπορεί, άραγε, να συνδυαστεί η επιχειρηματικότητα με την κοινωνική προσφορά; Και αν ναι, πώς; Η Γενική Διευθύντρια του ελληνικού τμήματος των Γιατρών Χωρίς Σύνορα επισημαίνει ότι η ανθρωπιστική δράση δεν υλοποιείται στο κενό. Είναι μέρος μιας κοινωνίας και άμεσα συνδεδεμένη με τις συνθήκες και των καταστάσεων που ορίζονται σε διεθνές επίπεδο. «Υπάρχει φυσικά η ευθύγραμμη σχέση επιχειρήσεων με μη κυβερνητικές οργανώσεις, καθώς οι πρώτες είναι δωρητές των δεύτερων και αυτό είναι ήδη πολύ σημαντικό. Ωστόσο, πέρα από αυτό, οι εταιρείες προσφέρουν και προσωπικό, τεχνογνωσία, γνώσεις εν γένει. Βοηθούν, επίσης, σε ζητήματα καινοτομίας και παρέχουν πολύ συχνά εκπαιδευτικά προγράμματα κατάρτισης. Οι εταιρείες είναι οργανισμοί που αποτελούνται από χιλιάδες υπαλλήλους. Εάν μια εταιρεία αποφασίσει να ευαισθητοποιήσει το προσωπικό της σε ζητήματα ανθρωπιστικής δράσης, τότε θα κάνει τη διαφορά. Είναι τεράστιος ο ρόλος που μπορούν να παίξουν εμπνευσμένα άτομα που ενδιαφέρονται να δημιουργήσουν αυτή τη γέφυρα. Θεωρώ, εν ολίγοις, ότι οι επιχειρήσεις έχουν πολλούς ρόλους: έχουν τον ρόλο της επιμόρφωσης, τον ρόλο της ενίσχυσης, τον ρόλο της συνεργασίας αλλά και έναν ρόλο διαλόγου. Πρέπει να είναι ανοιχτό το μυαλό μας στο να μιλάμε και να μαθαίνουμε».
«Πρέπει να ανταπεξέρχομαι στις ευθύνες ως άνθρωπος, ως επαγγελματίας, ως manager και ως γυναίκα ταυτόχρονα»
Η Χριστίνα Ψαρρά δηλώνει ότι έχει τεράστια ευθύνη για την εκπαίδευση, την υποστήριξη, την ενσυναίσθηση και την ασφάλεια των ομάδων μας στο πεδίο. «Αυτή τη στιγμή, εβδομήντα άτομα από την Ελλάδα τρέχουν σε όλο τον κόσμο. Γίνεται μια συνεχής πάλη -πρέπει να υπηρετούμε σωστά τις αξίες μας. Το να επιχειρεί κανείς σε περιβάλλοντα όπου πρέπει να βρίσκει τον τρόπο οι ομάδες να κερδίζουν πρόσβαση στους ασθενείς, χωρίς να κάνει εκπτώσεις στις αξίες του, αποτελεί μεγάλη πρόκληση. Πρέπει να ανταπεξέρχομαι σε όλο αυτό ως άνθρωπος, ως επαγγελματίας, ως manager και ως γυναίκα ταυτόχρονα, κάτι που φυσικά δεν είναι καθόλου απλό. Το πιο δύσκολο είναι να υπηρετούνται οι αξίες με σωστό τρόπο.
Έχουμε ανεξαρτησία ως οργάνωση, δεν λαμβάνουμε κρατικές χρηματοδοτήσεις. Οι πόροι μας προέρχονται μόνο από ιδιώτες και συγκεκριμένες εταιρείες, που δεν έρχονται σε σύγκρουση με τα πιστεύω μας. Έχει ιδιαίτερη δυσκολία το να ισορροπώ σε έναν κόσμο που διαρκώς αλλάζει μένοντας πιστή στις αξίες μου, και να το αποδεικνύω καθημερινά», σημειώνει.
«Δεν θα έπρεπε να είχα αποδεχτεί συμπεριφορές που τότε δεν τις εκλάμβανα ως μη αποδεκτές»
Όταν κάποιος είναι μικρότερος σε ηλικία, έχει αυτή την τόλμη της νιότης που μπορεί να τον κάνει να μη βλέπει καθαρά. Προσωπικά, μεγαλώνοντας και ωριμάζοντας κατάλαβα πάρα πολλά. Θέλω να πω ότι, ως νεαρή γυναίκα, δεν θα έπρεπε να είχα αποδεχτεί συμπεριφορές που τότε δεν τις εκλάμβανα ως μη αποδεκτές. Τώρα πια τις αναγνωρίζω ως τέτοιες και προσπαθώ να τις αποτινάξω από τον χώρο γύρω μου. Ούτως ή άλλως, για τις γυναίκες ο δρόμος δεν είναι στρωμένος με ροδοπέταλα. Είναι ιδιαίτερα δύσκολο σε ανδροκρατούμενους χώρους να μπορέσει μια γυναίκα να εξελιχθεί. Ο δικός μας χώρος βέβαια μπορεί να μην είναι ανδροκρατούμενος, ωστόσο είναι ένας χώρος που έχει χαρακτηριστικά όπως εκείνα της τόλμης και του ρίσκου, που συνήθως αποδίδονται σε άνδρες. Ας μην ξεχνάμε, ακόμα, ότι υπάρχουν πολλές χώρες στις οποίες επιχειρούμε όπου εγώ ως γυναίκα δεν θα μπορούσα να κάνω και πολλά. Στο Αφγανιστάν, για παράδειγμα, δεν θα μπορούσα να εργαστώ ως επικεφαλής αποστολής, όπως και σε καμία χώρα στην οποία οι γυναίκες αποκλείονται από την κοινωνική και την επαγγελματική ζωή.
Πολλές φορές προτάσσουμε τα δικά μας στερεότυπα και προκαταλήψεις. Έχω συναδέλφους που βρίσκονται στην πρώτη γραμμή εμπόλεμων ζωνών, παρά την αντίληψη ότι αυτή είναι μια δουλειά που θα μπορούσε να γίνει μόνο από άντρες. Ακόμα και σήμερα, πολλοί άνθρωποι θα μου απευθυνθούν λέγοντας “ο διευθυντής” και όχι “η διευθύντρια”. Οι ηγετικοί ρόλοι, σε χώρους είτε εταιρικούς είτε εκπαιδευτικούς είτε ανθρωπιστικούς, είναι ακόμη συνδεδεμένοι με τους άντρες. Τα χαρακτηριστικά που αποδίδουμε σε γυναίκες είναι χαρακτηριστικά ευαλωτότητας, ενώ η κριτική που δεχόμαστε ως γυναίκες είναι δέκα φορές σφοδρότερη από εκείνη που θα δεχτεί ένας άντρας».
«Να ξαναγυρίσουμε στα βασικά της συνύπαρξης: σεβασμός στις ιατρικές δομές, στον άμαχο πληθυσμό, στα σχολεία, στο ανθρωπιστικό προσωπικό»
Αίτημα της κυρίας Ψαρρά είναι να επανέλθουμε ως κοινωνία σε μια απλή, βασική λογική, αυτή της ανθρωπιάς. «Η κρίση αυτή τη στιγμή στον πλανήτη μας όλο και βαθαίνει -στο Σουδάν, για παράδειγμα, έχουν εκτοπιστεί 12.000.000 άνθρωποι. Γίνονται βομβαρδισμοί σε νοσοκομεία και επισιτιστικές δομές, και πρόκειται για στοχευμένες επιθέσεις, όχι για παράπλευρες απώλειες. Η ευχή μου, λοιπόν, θα ήταν να ξαναγυρίσουμε στα βασικά της συνύπαρξης: σεβασμός στις ιατρικές δομές, στον άμαχο πληθυσμό, στα σχολεία, στο ανθρωπιστικό προσωπικό – κάτι που πριν λίγα χρόνια δεν τολμούσαμε καν να αμφισβητήσουμε, το θεωρούσαμε δεδομένο», τονίζει.