
Η τελευταία έρευνα της Adecco αναδεικνύει μια αγορά εργασίας που βρίσκεται σε κομβικό σημείο: οι εργαζόμενοι βλέπουν την τεχνητή νοημοσύνη ως έναν καθοριστικό παράγοντα αλλαγής, άλλοτε με προσδοκία και άλλοτε με επιφυλάξεις, καθώς προσπαθούν να αντιληφθούν τον πραγματικό της αντίκτυπο στην καθημερινή επαγγελματική τους ζωή.
Πάντως, η συνολική τάση δείχνει ότι η AI εμπνέει περισσότερη αισιοδοξία παρά φόβο, ενώ η εξοικονόμηση χρόνου και η βελτίωση δεξιοτήτων εμφανίζονται ως βασικά οφέλη.
AI: Ευκαιρία, πρόκληση ή και τα δύο;
Τα ευρήματα της έρευνας επιβεβαιώνουν μια μετατόπιση στη νοοτροπία των εργαζομένων: η AI αντιμετωπίζεται ως εργαλείο ενίσχυσης, όχι ως απειλή.
- 76% των εργαζομένων παγκοσμίως αναμένει ότι η τεχνητή νοημοσύνη θα δημιουργήσει νέες θέσεις εργασίας.
- 70% προβλέπει ότι οι ρόλοι και τα καθήκοντά τους θα ανασχεδιαστούν.
Μόλις 23% δηλώνει ότι ανησυχεί για απώλεια της θέσης εργασίας του λόγω της AI. Τα νούμερα δείχνουν ότι η τεχνολογία δεν θεωρείται πλέον μια «μαύρη τρύπα» που απορροφά θέσεις εργασίας, αλλά μια δύναμη που αναδιαμορφώνει τις ανάγκες.
Η ελληνική πραγματικότητα παρουσιάζει ενδιαφέρουσες διαφοροποιήσεις:
- Το 58% πιστεύει ότι η AI δημιουργεί νέες θέσεις — χαμηλότερο από τον παγκόσμιο μέσο όρο.
- Το 68% αναγνωρίζει ότι οι θέσεις εργασίας εξελίσσονται, άρα η αλλαγή θεωρείται δεδομένη.
- Μόνο 21% αναφέρει ή αναμένει αρνητικές επιπτώσεις στην απασχόληση.
Η AI δεν αλλάζει μόνο τον όγκο της εργασίας, αλλά και το είδος της. Το 77% των εργαζομένων δηλώνει ότι η τεχνητή νοημοσύνη τούς επιτρέπει να εκτελούν εργασίες που παλαιότερα δεν ήταν εφικτές — μια ένδειξη ότι οι τεχνολογικές δυνατότητες διευρύνουν το εύρος των δεξιοτήτων και των ευθυνών.
Η εξοικονόμηση χρόνου είναι πραγματικό όφελος ή απλώς αίσθηση;
Η φετινή έρευνα θέτει στο επίκεντρο το ζήτημα της παραγωγικότητας. Οι εργαζόμενοι αναφέρουν ότι, χάρη στην AI, εξοικονομούν κατά μέσο όρο 2 ώρες την ημέρα, διπλάσιο χρόνο σε σχέση με το 2024. Στην Ελλάδα, η εξοικονόμηση φτάνει τα 96 λεπτά ημερησίως. Ωστόσο, η αύξηση αυτή δεν μεταφράζεται αυτόματα σε ουσιαστική παραγωγικότητα.
Παρά το γεγονός ότι 71% δηλώνει πλέον ότι «τίποτα δεν το εμποδίζει να χρησιμοποιεί περισσότερο την AI» (από μόλις 19% το 2024), μόνο 1 στους 3 αξιοποιεί πραγματικά τον εξοικονομημένο χρόνο για δημιουργικότερες ή υψηλότερης αξίας εργασίες.
Οι περισσότεροι εργαζόμενοι διοχετεύουν τον χρόνο αυτόν σε επαναλαμβανόμενες, δευτερεύουσες αρμοδιότητες, δημιουργώντας ένα χάσμα μεταξύ της αίσθησης βελτίωσης και του μετρήσιμου επιχειρησιακού αποτελέσματος.
Αυτό το «παράδοξο της παραγωγικότητας» υπογραμμίστηκε και σε προηγούμενη έρευνα Business Leaders της Adecco (Ιούλιος 2025), στην οποία οι οργανισμοί δήλωσαν ότι ο χρόνος που απελευθερώνεται δεν έχει ακόμη μετατραπεί σε καθαρή επιχειρησιακή αξία. Η AI μπορεί να προσφέρει εργαλεία, αλλά δεν μεταβάλλει αυτόματα τις συνήθειες ή τις ιεραρχήσεις εργασίας των ανθρώπων, όπως αποτυπώνεται στα στοιχεία.
Δέσμευση, σκοπός και επαγγελματική ανάπτυξη στη νέα εποχή της AI
Την ίδια ώρα, η επίδραση της τεχνητής νοημοσύνης επεκτείνεται πέρα από την παραγωγικότητα, καθώς επηρεάζει καθοριστικά τη δυναμική δέσμευσης των εργαζομένων.
Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι το 99% όσων δηλώνουν ότι νιώθουν καθημερινά ισχυρό σκοπό στην εργασία τους σκοπεύουν να παραμείνουν στον εργοδότη τους για έναν ακόμη χρόνο.
Αντίθετα, το ποσοστό αυτό πέφτει στο 53% μεταξύ όσων δεν έχουν ανάλογη αίσθηση σκοπού.
Η επαγγελματική ανάπτυξη αναδεικνύεται πλέον σε κρίσιμο παράγοντα παραμονής. Ειδικότερα, 1 στους 3 εργαζόμενους θα επέλεγε να μείνει στον οργανισμό του εφόσον έβλεπε σαφέστερες προοπτικές εξέλιξης. Ενδιαφέρον έχει και το γεγονός ότι οι τρεις κορυφαίοι μακροπρόθεσμοι παράγοντες που οι εργαζόμενοι θεωρούν ότι θα επηρεάσουν την καριέρα τους σχετίζονται άμεσα με την τεχνητή νοημοσύνη, ξεπερνώντας παράγοντες όπως η οικονομική αβεβαιότητα ή η ευελιξία στην εργασία.
Οι εργαζόμενοι γνωρίζουν ότι πρέπει να προσαρμοστούν σε έναν κόσμο όπου η AI αναβαθμίζει απαιτήσεις και δεξιότητες, και αναζητούν οργανισμούς που θα τους βοηθήσουν ενεργά σε αυτή τη μετάβαση.
Η ευθύνη των οργανισμών και ο ανθρώπινος παράγοντας
Τα παραπάνω ευρήματα καθιστούν ξεκάθαρο ότι οι οργανισμοί έχουν πλέον αυξημένη ευθύνη. Οφείλουν να προσφέρουν:
- αναβαθμισμένα προγράμματα κατάρτισης,
- ξεκάθαρες προσδοκίες για τους νέους ρόλους που δημιουργούνται,
- στρατηγική ένταξη της AI που να εξυπηρετεί τόσο τον εργαζόμενο όσο και την επιχείρηση.
Όπως τονίζει και ο Κωνσταντίνος Μυλωνάς, VP Adecco & Head του Ομίλου Adecco σε Ελλάδα και Βουλγαρία, η υιοθέτηση της AI «δεν είναι πλέον προαιρετική – αποτελεί στρατηγική αναγκαιότητα», όμως η τεχνολογία από μόνη της δεν αρκεί. Ο ανθρώπινος παράγοντας παραμένει το κέντρο κάθε μετασχηματισμού. Το μέλλον της εργασίας διαμορφώνεται από τον συνδυασμό τεχνολογίας και ανθρώπινης εξέλιξης. Και εκεί βρίσκεται η πραγματική αξία της τεχνητής νοημοσύνης: στη δυνατότητά της να ενισχύει, όχι να αντικαθιστά, το ανθρώπινο δυναμικό.
Εξοικίωση ναι αλλά με επιφυλάξεις – Μια εικόνα για την Τεχνητή Νοημοσύνη και το ευρύτερο κοινό στην Ελλάδα
Την ίδια ώρα, ιδιαίτερα σημαντικά είναι και τα στοιχεία που παρουσιάζει τελευταία έρευνα της Nielsen γύρω από την Τεχνητή Νοημοσύνη κατά την οποία οι Έλληνες και οι Ελληνίδες εξοικιώνονται σιγά σιγά, αλλά παραμένουν επιφυλακτικοί ως προς την εμπιστοσύνη και την προστασία των προσωπικών δεδομένων.
Σύμφωνα με την έρευνα NIQ AI Survey 2025, στην Ελλάδα, η εξοικείωση με την AI είναι υψηλή, με το 85% των ερωτηθέντων να δηλώνουν ότι είναι «πολύ» ή «αρκετά» εξοικειωμένοι με τον όρο. Ωστόσο, η εμπιστοσύνη παραμένει περιορισμένη: μόλις 30% δηλώνουν ότι εμπιστεύονται την AI να λαμβάνει αποφάσεις που τους αφορούν προσωπικά – ποσοστό αντίστοιχο με τον μέσο όρο της περιοχής. Πιο αναλυτικά:
Η Τεχνητή Νοημοσύνη έχει εισβάλει με ταχύτητα στην καθημερινότητα των πολιτών, διαμορφώνοντας νέες συνήθειες, προσδοκίες αλλά και ανησυχίες. Τα πιο πρόσφατα στοιχεία δείχνουν ότι οι Έλληνες και οι Ελληνίδες εξοικειώνονται ολοένα και περισσότερο με την AI, ωστόσο διατηρούν σημαντικές επιφυλάξεις γύρω από ζητήματα αξιοπιστίας και προσωπικών δεδομένων. Παρά το υψηλό επίπεδο χρήσης, η εμπιστοσύνη παραμένει χαμηλή – μια αντίφαση που χαρακτηρίζει τη χώρα σε σχέση με τον διεθνή μέσο όρο.
Η χρήση της AI στην Ελλάδα: Ψυχαγωγία, εργασία και εκπαίδευση στην πρώτη γραμμή
Η AI έχει αρχίσει να γίνεται εργαλείο καθημερινότητας, με τις πιο συχνές χρήσεις να αφορούν την ψυχαγωγία (54%), την εργασία (44%) και την εκπαίδευση (40%). Αντίθετα, η διείσδυση της AI σε κρίσιμους τομείς, όπως η δημόσια διοίκηση και η υγεία, παραμένει χαμηλή, γεγονός που αντανακλά τόσο την τεχνολογική υστέρηση των υπηρεσιών όσο και τη διστακτικότητα των πολιτών απέναντι σε πιο κρίσιμες εφαρμογές.
- Το ενδιαφέρον είναι ότι η αλληλεπίδραση με συστήματα AI γίνεται όλο και συχνότερη:
- 58% των πολιτών χρησιμοποιεί chatbots τουλάχιστον μία φορά την εβδομάδα.
- 39% έρχεται σε επαφή με εικόνες ή βίντεο που έχουν παραχθεί από AI.
Η εξοικείωση αυτή δείχνει ότι η AI αρχίζει να γίνεται «ορατή» στην καθημερινότητα, όχι όμως απαραίτητα και αξιόπιστη στα μάτια του κοινού.
Παραπληροφόρηση, ιδιωτικότητα και απώλεια εργασίας: Οι τρεις μεγάλοι φόβοι
Οι Έλληνες εμφανίζονται ιδιαίτερα επιφυλακτικοί απέναντι στην επέκταση της τεχνητής νοημοσύνης. Οι κυριότερες ανησυχίες είναι:
- 56% φοβάται τον κίνδυνο παραπληροφόρησης.
- 42% ανησυχεί για απώλεια ιδιωτικότητας.
- 53% βλέπει πιθανή απειλή για την απασχόληση και τις θέσεις εργασίας.
Η παραπληροφόρηση αποτελεί το κορυφαίο ζήτημα, κάτι που συνδέεται άμεσα με την άνοδο των AI-generated περιεχομένων (εικόνες, βίντεο, deepfakes), τα οποία ήδη «αγγίζουν» το 39% του πληθυσμού σε εβδομαδιαία βάση.
Σημαντικό ποσοστό πολιτών –το 52%– δηλώνει ότι αισθάνεται πως «παρακολουθείται» από την τεχνητή νοημοσύνη, ενώ 43% ζητά μεγαλύτερη διαφάνεια στη λειτουργία των συστημάτων AI. Η αίσθηση ότι τα εργαλεία αυτά συλλέγουν πληροφορίες χωρίς επαρκή ενημέρωση ή έλεγχο ενισχύει τη δυσπιστία.
Προσωπικά δεδομένα: Τι είμαστε διατεθειμένοι να μοιραστούμε – και τι όχι
Παρά τις ανησυχίες, οι Έλληνες δείχνουν μεγαλύτερη προθυμία να μοιραστούν «μη ευαίσθητα» δεδομένα:
- 77% δίνει χωρίς ιδιαίτερη επιφύλαξη ηλικία και φύλο.
- 67% μοιράζεται ιστορικό αγορών.
Ωστόσο, η εικόνα αλλάζει όταν πρόκειται για πιο «προσωπικά» στοιχεία:
Μόνο 37% είναι πρόθυμο να δώσει φωτογραφίες.
Μόνο 50% δέχεται να μοιραστεί την τοποθεσία του.
Τα δεδομένα αυτά δείχνουν ότι το κοινό αντιλαμβάνεται διαφορετικά τη βαρύτητα κάθε τύπου πληροφορίας και επιζητά καθαρούς κανόνες χρήσης και διαχείρισης.
Η AI στο λιανεμπόριο: Εμπειρία αγορών… με αλγόριθμους
Το λιανεμπόριο αποτελεί έναν από τους τομείς όπου οι εφαρμογές της AI έχουν ήδη ισχυρή παρουσία. Το 76% των Ελλήνων έχει συναντήσει συστήματα τεχνητής νοημοσύνης στις αγορές του – από συστήματα οπτικής αναζήτησης έως έξυπνες προτάσεις προϊόντων και φωνητικούς βοηθούς. Η χρήση AI στο retail φαίνεται να γίνεται σταδιακά «ο νέος κανόνας» και, σε μεγάλο βαθμό, συμβάλλει στη διαμόρφωση ενός πιο εξατομικευμένου μοντέλου κατανάλωσης.
Προσδοκίες για το μέλλον: Αισιοδοξία, αλλά με όρους
Παρά τις ανησυχίες, η πλειονότητα των πολιτών βλέπει θετικά το μέλλον της τεχνητής νοημοσύνης:
- 64% πιστεύει ότι η AI θα βελτιώσει την καθημερινότητά του τα επόμενα πέντε χρόνια.
- 32% επιθυμεί η AI να ενισχύσει την παραγωγικότητα και να απλοποιήσει τις καθημερινές λειτουργίες.
Η Ελλάδα βρίσκεται κοντά στον μέσο όρο της περιοχής όσον αφορά τη χρήση και την εξοικείωση, ωστόσο παραμένει πιο επιφυλακτική σε ζητήματα εμπιστοσύνης, ειδικά σε ό,τι αφορά τα προσωπικά δεδομένα.
Από την άλλη πλευρά, σε διεθνές επίπεδο, οι πιο αισιόδοξοι πολίτες βρίσκονται στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, την Τουρκία και τη Νότια Αφρική, ενώ αντίθετα Γαλλία και Γερμανία εμφανίζουν τη μεγαλύτερη δυσπιστία.