Επιχειρήσεις

Megalopolis: H μυθολογία ενός κινηματογραφικού υπερκειμένου

Και αν οι υπεραπλουστεύσεις εν μέρει λειτουργούν σε έναν εξ ορισμού χαοτικό κόσμο, το ίδιο υπο-λειτουργούν και οι άνθρωποι μέσα σε αυτόν. Χτίζουν την καθημερινότητα τους σε μια πόλη χαρτογραφημένη με δρόμους εν είδη γραμμών αλλά και κίνηση, σημάνσεις, περιορισμούς και πρόστιμα. Που άραγε να πηγαίνουν όμως όσοι μέσω της σκέψης ή της καρδιάς τους λοξοδρομούν; Όταν τα όρια αυτής της πόλης ετοιμάζονται να καταρρεύσουν σαν άλλη Ρωμαϊκη αυτοκρατορία και ο χρόνος σταματά κάπου στην πανοραμική της θέαση από ψηλά;

megalopolis-1.jpeg?mtime=20241017155752#asset:506922

Ο πρωταγωνιστής της Megalopolis, εμφανίζεται ως αρχιτέκτονας της δίκης του ιδεατής πόλης που χτίζεται με ένα υλικό που ο ίδιος έχει δημιουργήσει ενταλάζοντας μέσα σε αυτό την ψυχή της πολυαγαπημένης του γυναίκας. Το συνεκτικό αυτό υλικό δεν μπορεί να έχει άλλο όνομα παρά το “megalon” και η ταινία δεν μπορεί παρά να έχει νόημα για όσους το αναζητούν, αρχικά ενδεχομένως βλέποντας την ταινία για δεύτερη φορά.

Πολλοί έχουν σπεύσει να χαρακτηρίσουν την ταινία ως ένα ασύνδετο, διαμελισμένο, ασυνάρτητο χάος και να παρομοιώσουν τον Φρανσις Φορντ Κοπολα λίγο-πολύ με ένα γεροξεκούτη που στο κύκνειο ίσως άσμα του αρχίζει να τα χάνει αλλά που κάπου τον συγχωρούμε γιατί είναι ήδη ένας από τους μεγαλύτερους κινηματογραφιστές όλων των εποχών.

megalopolis-5.jpeg?mtime=20241017155816#asset:506923

Και η ταινία μοιάζει παράλληλα με ένα υπερκείμενο δοσμένο σε εικόνες, με τις απειλητικές φιγούρες-σκιές πάνω στα κτίρια της πόλης, με τα απανωτά πρίσματα- είδωλα των προσώπων της, έναν τυφώνα ιδεών με παράλληλες αφηγήσεις χωρίς ρυθμό και χωρίς τον αυτοσκοπό να τέμνονται, ένα διονυσιακό παραλήρημα, ένα όραμα, μια εμμονική και ατέρμονη αναζήτηση κάτι μεγαλύτερου, αλλά και με ένα όνειρο και έναν εφιάλτη. Ταυτόχρονα. Ενώ η έκφραση ότι οι αυτοκρατορίες πέφτουν όταν οι άνθρωποι σταματήσουν να πιστεύουν σε αυτές μέλλει να ακουστεί πάνω από μία φορές. Στον μυθικό χρόνο της ταινίας.

Και αν και εμείς κάπου εδώ σας μπερδέψαμε, στην ταινία όπως και στη ζωή, υπάρχουν ξέφωτα. Όπως η σκηνή που μάλλον θα καταγραφεί στα χρονικά του σινεμά, και όλως τυχαίως η σκηνή όπου οι πρωταγωνιστές προσπαθούν να σταματήσουν τον χρόνο. Η σκηνή του φιλιού των δύο ονειροπόλων εραστών που θα ισορροπήσουν στις σκαλωσιές που κρέμονται στο κενό πάνω από την πόλη για να φιληθούν και μαντέψτε, που πράγματι θα καταφέρουν να σταματήσουν τον χρόνο, κάπου εκεί, λίγο πριν… “την Δύση”.

Επιστρέφοντας συχνά κάπου πίσω στα ‘70s, στις τεχνικές αλλά και τις μεγάλες ιδέες που κάποτε το σινεμά πιο ανοιχτά προσέγγιζε, συναντάμε μια υπερκείμενη αλληγορία των ονειροπόλων του σινεμά από όποια μεριά της οθόνης.

Αλλά και ένα στοιχείο έκπληξης, τη live performance, το ιδιαίτερο αυτό χαρακτηριστικό που συνοδεύει την ταινία στις χώρες του κόσμου και που κάπου ανατριχιαστικά για μας που γράφουμε πρόκειται για έναν δημοσιογράφο. Μια ανθρώπινη παρουσία με σάρκα και οστά μέσα στη σκοτεινή αίθουσα που υποβάλει ερωτήσεις στον πρωταγωνιστή χωρίς να διακόπτει την ιδιαίτερη, σχεδόν ζαλιστική ροή της ταινίας.

kopola.jpg?mtime=20241017161023#asset:506935

Ο Κόπολα που βρίσκεται στην ύστερη περίοδο της καριέρας του και που πρόσφατα έχασε την γυναίκα του στην οποία είναι αφιερωμένη η ταινία, χρησιμοποίησε 120 εκατομμύρια δολάρια από τα αμπέλια του για να την γυρίσει και σήμερα γεύεται την μεθυστική απόλαυση του να έχει δημιουργήσει ακριβώς την ταινία που εκείνος ήθελε.

Με αυτονομία, ανεξαρτησία και μια θαρραλέα οπιτική, εκείνη που αδιαφορεί για το τώρα και αν εμείς θα δυσκολευτούμε να την προσδιορίσουμε ή και εν τέλει για το πόσα πολλά εισιτήρια θα κόψει. Εκείνη του κινηματογραφιστή, που εμμονικά επιμένει να βλέπει το σινεμά, ως τέχνη που με μια μυθική προσέγγιση τελικά, θα καταφέρει να νικήσει τον χρόνο.