
Από την Αττική και τις Κυκλάδες έως τη Δυτική Μακεδονία και τη Θεσσαλία, η χώρα διατηρεί βαθμολογίες σημαντικά υψηλότερες από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο και τους βασικούς ανταγωνιστές της – Κροατία, Πορτογαλία, Ιταλία και Ισπανία.
Ο πολιτισμός, η γαστρονομία, η αυθεντικότητα και η ανθρώπινη επαφή συνεχίζουν να αποτελούν τον πυρήνα της ελκυστικότητας της χώρας. Ωστόσο, οι πιέσεις που επιφέρουν η κλιματική κρίση και τα ακραία φυσικά φαινόμενα και η ανάγκη για αναβάθμιση των υποδομών φέρνουν νέες προκλήσεις που δεν μπορούν να αγνοηθούν.
Ο ελληνικός τουρισμός βρίσκεται σήμερα σ’ ένα σταυροδρόμι: ανάμεσα στη διατήρηση της επιτυχίας και στην ανάγκη για έναν πιο ανθεκτικό, βιώσιμο και δίκαιο μετασχηματισμό του κλάδου.
Η εμπειρία που καθηλώνει τους ταξιδιώτες
Με βάση τα στοιχεία του ΙΝΣΕΤΕ και της TCI Research για το τρίτο τρίμηνο του 2025, η Ελλάδα κατέγραψε μέσο δείκτη ικανοποίησης 9,1 – την υψηλότερη βαθμολογία μεταξύ των κορυφαίων τουριστικών προορισμών της Μεσογείου.
Η σταθερότητα αυτής της επίδοσης, ακόμη και στην αιχμή της τουριστικής περιόδου, δείχνει ότι το ελληνικό προϊόν έχει πλέον ωριμάσει σε ποιότητα και αξιοπιστία.
Οι περιφέρειες της Δυτικής Μακεδονίας και της Δυτικής Ελλάδας ξεχώρισαν με εντυπωσιακές επιδόσεις (9,6 και 9,4 αντίστοιχα), αποδεικνύοντας ότι η Ελλάδα έχει δυναμική να επεκτείνει τη δραστηριότητά της πέρα από τα παραδοσιακά «hot spots».
Αντίστοιχα, οι ώριμοι προορισμοί όπως η Αττική, οι Κυκλάδες και τα Ιόνια Νησιά διατήρησαν υψηλές βαθμολογίες, επιβεβαιώνοντας τη σταθερή ποιότητα υπηρεσιών και υποδομών.
Πολιτισμός και αυθεντικότητα: Το «πατροπαράδοτο» πλεονέκτημα
Οι διαδικτυακές συζητήσεις αποτυπώνουν την ισχυρή επιρροή του πολιτισμού στη φήμη της χώρας. Η Ελλάδα κατέγραψε υψηλό δείκτη θετικών αναφορών (NSI 86) για πολιτιστικές εμπειρίες, ενώ οι ταξιδιώτες εξήραν τη φιλοξενία (85) και τη γαστρονομία (77).
Από την Ακρόπολη και τα Μετέωρα έως την Αστυπάλαια και την Κεφαλονιά, οι αναρτήσεις στα κοινωνικά δίκτυα καταδεικνύουν ότι η ελληνική εμπειρία συνδέεται με την ιστορία, τη φύση και τη συμμετοχή στην τοπική ζωή.
Η πρόκληση πλέον είναι να μετατραπεί αυτό το πολιτιστικό και ανθρώπινο κεφάλαιο σε στρατηγικό πλεονέκτημα με διάρκεια – με σύγχρονες υποδομές, δικτύωση τοπικών κοινοτήτων και εμπλουτισμό της εμπειρίας πέρα από την εποχικότητα.
Κλιματική αλλαγή και υποδομές: «Αγκάθι» για το προϊόν
Όπως εξηγεί το ΙΝΣΕΤΕ, λόγω κυρίως φυσικών και καιρικών φαινομένων, όπως οι πυρκαγιές, οι σεισμοί, η διακοπή των δρομολογίων των πλοίων λόγω κακοκαιρίας και οι πλημμύρες στην Κεφαλονιά και τη Ζάκυνθο, παρατηρείται σημαντική κάμψη στη διαδικτυακή φήμη της χώρας το τρίτο τρίμηνο.
Ως εκ τούτου η Ελλάδα και η Αθήνα κατέλαβαν, στο τρίτο τρίμηνο, τις τελευταίες θέσεις με Net Sentiment Index (NSI) — έναν δείκτη που χρησιμοποιείται κυρίως στην ανάλυση δεδομένων στο διαδίκτυο και μέσα κοινωνικής δικτύωσης για να αποτυπώσει το «ισοζύγιο» θετικών και αρνητικών σχολίων γύρω από έναν προορισμό -15 και 16 αντίστοιχα, έναντι 59 της Κροατίας, 37 της Πορτογαλίας, 36 της Ιταλίας και 20 της Ισπανίας.
Υπήρξε όμως αξιοσημείωτη ανάκαμψη τον Σεπτέμβριο, δηλαδή με την λήξη των έντονων καιρικών φαινομένων στη χώρα, με το NSI της Αθήνας να ανακάμπτει στο 37 και της Ελλάδας στο 34, οριακά χαμηλότερα από την Ιταλία (40), οριακά υψηλότερα από Ισπανία (31), και υψηλότερα από Πορτογαλία (18). Την υψηλότερη βαθμολογία τον Σεπτέμβριο έλαβε η Κροατία (62).
Ανθρώπινο δυναμικό και βιώσιμη ανάπτυξη
Η φιλοξενία παραμένει το δυνατότερο χαρτί του ελληνικού τουρισμού. Όμως η διατήρηση της ποιότητας προϋποθέτει ενίσχυση της ελκυστικότητας του κλάδου για τους εργαζόμενους. Η εκπαίδευση, η σταθερότητα και η επαγγελματική εξέλιξη αποτελούν τους άξονες που θα καθορίσουν αν ο τουρισμός θα παραμείνει μοχλός ανάπτυξης ή θα εγκλωβιστεί σε ένα μοντέλο χαμηλού κόστους. Παράλληλα, η ενσωμάτωση βιώσιμων πρακτικών, όπως η ενεργειακή αναβάθμιση και οι πράσινες πιστοποιήσεις, είναι απαραίτητη για να συμβαδίσει ο κλάδος με τις διεθνείς τάσεις.
Το στοίχημα της επόμενης μέρας
Η Ελλάδα διαθέτει όλα τα εφόδια για να παραμείνει πρωταγωνίστρια στην παγκόσμια τουριστική σκηνή: μοναδική φυσική ομορφιά, πολιτιστική κληρονομιά, αυθεντικότητα και ανθρώπους με πάθος για φιλοξενία.
Όμως η επόμενη μέρα απαιτεί στρατηγική διορατικότητα. Η μετάβαση σε ένα βιώσιμο μοντέλο, η ισόρροπη ανάπτυξη των Περιφερειών και η προστασία του περιβάλλοντος δεν είναι πλέον επιλογή – είναι προϋπόθεση για να συνεχίσει ο ελληνικός τουρισμός να εμπνέει, να αναπτύσσεται και να οδηγεί.